Ας αρχίσει λοιπόν, για άλλη μια φορά, η Ιστορία…

   Τον  Μάρτιο του 2016 συνελήφθη στην Ξάνθη ένας 26χρονος για «απόπειρα» βιασμού. Ο ίδιος άνδρας λίγες μέρες πριν, όπως αποδείχθηκε, «αποπειράθηκε» να βιάσει και μία ακόμα νεαρή κοπέλα. Τα δύο αυτά περιστατικά αποτελούν ένα μικρό κομμάτι μόνο, μιας ατέρμονης αλυσίδας τέτοιων γεγονότων βίας που στρέφεται κατά γυναικών, γκέι, λεσβιών και τρανς ατόμων και  συνεχίζει να όζει και να χαίνει στην πόλη της Ξάνθης- και όχι μόνο-. Ανάλογα περιστατικά βιασμών είχαμε και στην πόλη της Κομοτηνής, της Καβάλας, της Δράμας. Ένας κατάλογος βίας που δεν  έχει τέλος, μιας και όλο και νέες καταγγελίες έρχονται να προστεθούν στις παλιές, με τέτοια συχνότητα, που δεν προλαβαίνουν καν οι τελευταίες να γίνουν παλιές.

Η διαπίστωση αυτή, έχει μία διπλή ανάγνωση. Από την μια  υπενθυμίζει, με τρόπο τραγικό, ένα δομικό φαινόμενο, μια παγιωμένη ιστορικά αυτόνομη συνθήκη, αυτή δηλαδή της πατριαρχίας και των τρόπων εκδίπλωσης της, κυρίως μέσω της σεξουαλικοποιημένης βίας και του συνακόλουθου ρυθμιστικού και κανονιστικού της ρόλου. Από την άλλη, καταδεικνύει ίσως, το σπάσιμο του αχανούς της σιωπής, που ως τώρα αυτή η ίδια επέβαλε.

Εντούτοις οι τελευταίες δύο «απόπειρες» βιασμού, ή ακόμα καλύτερα οι τελευταίοι δύο βιασμοί που καταγγέλθηκαν, υπενθύμισαν για πολλοστή δυστυχώς φορά, μια πολύ παλιά, επίπονη και επίμονη αλήθεια. Ότι το ίδιο το γεγονός του βιασμού, τις περισσότερες φορές, υποτιμάται και  συχνά παραμερίζεται. Το τραυματικό βίωμα, γίνεται θυσία σε ένα δίπολο είτε ιδεολογικοποιημένων φαντασιοκοπιών δήθεν επαναστατικών χώρων, είτε ενός επιλεκτικού πλιατσικολογήματος μιας αδηφάγας κοινωνίας. Μια πραγματικότητα που με όρους μυθολογίας και συμβολισμού, δεν μπορεί παρά να αποδοθεί μόνο με την τραγική αφήγηση της ιστορίας του Σίνη του πιτυοκάμπτη, του μυθολογικού ληστή, ο οποίος με την τεράστια δύναμή του, λύγιζε τις κορυφές δύο κοντινών πεύκων και έδενε σ’ αυτές τα πόδια του θύματός του. Μετά άφηνε τις κορυφές και το θύμα σχιζόταν στα δύο. Κάτι ανάλογο διαφαίνεται και στην εμμονική σχεδόν προσκόλληση της κοινωνίας σε πλευρές του βιασμού, οι οποίες δεν έχουν να κάνουν με τα ίδια τα γεγονότα.  Η προσκόλληση αυτή αφορά σε διαστάσεις, που τρέφονται και τρέφουν το στοιχείο του μύθου, είναι περισσότερο «πιπεράτες» ή επιδέχονται πιο γκροτέσκες ανατμίσεις, κανιβαλίζοντας ουσιαστικά μια τόσο πυκνή σε ουσία και ένταση, αποκρυσταλλωμένη μορφή βίας. Αντιδράσεις που αποκωδικοποιούν το σώμα μιας καλά εκπαιδευμένης και ασκημένης κοινωνίας σε σχέση με την πατριαρχική της γέννα, σε τέτοιο εύρος και βάθος, που μας δίνει το δικαίωμα να αναγνωρίσουμε αντανακλαστικές συμπεριφορές, τόσο αυτοματοποιημένες, που αν θέλουμε να τις ερμηνεύσουμε, νομοτελειακά σχεδόν, μας οδηγούν σε ένα με όρους νευροφυσιολογίας, παρασυμπαθητικό σύμπαν.

Μία εβδομάδα λοιπόν μετά την σύλληψη του βιαστή και έχοντας την πληροφορία η κοινωνία ότι ο αυτός ήταν Πομάκος, σε κάποια σημεία της Ξάνθης και μάλιστα κεντρικά, εμφανίστηκε το παρακάτω σύνθημα «Πομάκο βιαστή, γκρίζε λύκε, θα σε κάνουμε ροζ».

Είναι διαυγέστατο, ότι αυτό που κινητοποίησε τους εμπνευστές του, δεν ήταν τίποτα άλλο από την εθνοτική ταυτότητα του θύτη. Διότι βιασμούς στην Ξάνθη είδαμε πολλούς. Σύνθημα όμως σε τοίχο, για τους βιασμούς, κανένα, και κυρίως, σύνθημα, που να στοχεύει στην εθνοτική καταγωγή του βιαστή, πρωτίστως και μετά στο ίδιο το γεγονός του βιασμού. Γίνεται λοιπόν άμεσα ορατή και αντιληπτή αυτή η πανάρχαια τελετουργία υποτίμησης του γεγονότος του βιασμού και η συνακόλουθη αξιολογική απομείωση του, σε πρώτο χρόνο και κατακρήμνιση, σε ένα δεύτερο.

Το γεγονός του βιασμού παύει να αφορά την κοινωνία ή την αφορά και την απασχολεί στον βαθμό που κινητοποιεί ή οσμώνει άλλες ανάγκες της, άγχη ή στοχεύσεις. Μια γονιμοποιητική σύζευξη κοινωνικών προθέσεων (πατριαρχικών κυρίως, αλλά και εθνικιστικών, φαντασιώσεων μεγαλείου κ.α) και παγιωμένων και βαθιά εμπεδωμένων προκαταλήψεων, που λειτουργούν παράλληλα ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Ο βιασμός και όλα τα συγκείμενα του και οι νοηματοδοτήσεις του, αποκτούν ουσία και περιεχόμενο, μόνο στην περίπτωση που λειτουργούν συγκολλητικά ανάμεσα στην Σκύλα των κοινωνικών αυτών προθέσεων και την Χάρυβδη των προκαταλήψεων της κοινωνίας που τις γεννά και τέλος τις εντάσσει λειτουργικά εντός της. Ένας φαύλος κύκλος με πολύ συγκροτημένες επιδιώξεις! Αυτό το σχήμα το είδαμε να λειτουργεί πολλές φορές στο παρελθόν και σε ανάλογα περιστατικά. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της Ζωής Δαλακλίδου, που τις πρώτες πρωινές ώρες μετά το γεγονός και πριν ακόμα συλληφθεί ο δράστης, στην πόλη σέρνονταν η φήμη ότι αυτός είναι «κάποιος μετανάστης». Διότι κάτι τόσο ακραίο και μιαρό, δεν θα μπορούσε να το πράξει ποτέ ένας Έλληνας. Αλλά και μετά την σύλληψη του και την κατάρρευση αυτής της, στην ουσία, προσδοκίας, αφού ο θύτης τελικά ήταν ένας από αυτούς, με την έννοια και του συντοπίτη και της εθνικής καταγωγής, όταν αποφάσισαν, προσπαθώντας να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους να τον λυντσάρουν, αποδίδοντας έτσι Δίκαιο -όχι για την ίδια του την πράξη τόσο, όσο για το ότι με αυτή αμαύρωσε και σπίλωσε την κοινωνία τους, που αδυνατεί να γεννήσει τέτοια «τέρατα», όπως οι ίδιοι αποφαίνονταν για μέρες δεξιά και αριστερά-. Μια στάση βέβαια που εσκεμμένα παραβλέπει την κραταιά λογική της διαλεκτικής της πατριαρχίας και του λόγου της, που με την σειρά τους φθάνουν να συγκροτούν το στιβαρό σώμα του ίδιου του Λόγου της πατριαρχίας, και της συνεπακόλουθης φυσικής βίας, στην αμέσως επόμενη στροφή ή γωνιά.

Ένας άλλος συνειρμός που, αναδύεται από αυτό το σύνθημα, είναι αυτός του χωρίς όρους και προϋποθέσεις, ταύτισης του Πομάκου, εν γένει, με τους γκρίζους λύκους. Η επιλογή μόνο τυχαία δεν είναι. Οι γκρίζοι λύκοι οι οποίοι, συν της άλλης, αποτελούν πολύ ιδιαίτερα ζώα με εξαιρετικές ικανότητες στο ζωικό βασίλειο, στην γειτονική Τουρκία είναι μια οργάνωση ακραίων ριζοσπαστών εθνικιστών. Ο βιαστής λοιπόν, αφού είναι Πομάκος, άρα και μουσουλμάνος, συνεπαγωγικά θα εγκολπώνει όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά που του προσέδωσε το φαντασιακό του ελληνικού εθνικισμού. Θα είναι ένας ημιάγριος, μισέλληνας, αιμοχαρής ανατολίτης. Μια επιτομή του αρχετυπικού κακού για κάθε Έλληνα, εθνικιστή και μη. Και που την πιο χαρακτηριστική ταυτότητα όλων αυτών, την αποτελεί ο Τούρκος. Ο ιδεοτυπικός εχθρός.

Αυτό όμως το παιχνίδι με την χρήση του όρου «γκρίζος λύκος», κάνει επίσης από την άλλη, για μία ακόμη φορά, φανερή την αντίληψη που έχουν οι περισσότεροι άνθρωποι, ότι ο βιαστής είναι συνήθως μία προβληματική προσωπικότητα, με έντονα στοιχεία ψυχοπαθολογίας. Ένας ψυχισμός εκτός των ορίων της κανονικότητας. Γι΄ αυτό και η επιλογή του συγκεκριμένου χαρακτηρισμού δεν είναι καθόλου τυχαία. Διότι τα σημαινόμενα του συγκεκριμένου όρου, που στην περίπτωση μας είναι αυτός του «γκρίζου λύκου» είναι ο μισητός εχθρός, ο εθνικός κίνδυνος, με όλα τα συμπαρομαρτούντα. Συγχρόνως, πραγματώνεται σαν τέτοιος, δηλαδή σαν εχθρός, όχι για κάποιο γενικό και αόριστο ή άδηλο λόγο, παρά γιατί ακριβώς επιλέγει να σταθεί απέναντι σε μια ελληνικότητα. Ελληνικότητα, η οποία ιστορικά εκφράζει την Λογική, το μέτρο και την σωφροσύνη, σε σχέση με τον ίδιο, που σαν τέτοιος, αφού επιλέγει την εναντίωση σε όλα αυτά, δεν μπορεί παρά να εκφράζει το άλογο, την αφροσύνη, την μη κανονικότητα. Μια ασταθής λοιπόν και προβληματική προσωπικότητα, ακραία βίαιη συνήθως, που μόνο αυτή είναι σε θέση να τελέσει τέτοιου είδους πράξη, όπως αυτή ενός γκρίζου λύκου. Στο συγκεκριμένο επίσης σύνθημα αποτυπώνεται συγχρόνως, με πολύ γλαφυρό τρόπο, και μια σύμπλεξη εθνικιστικών και πατριαρχικών μύθων και ερμηνειών («ο βάρβαρος γκρίζος λύκος») για να δομηθεί το προφίλ του βιαστή.

Εδώ ακριβώς θεωρούμε πως είναι αναγκαίο να κάνουμε και μια μικρή παρατήρηση. Στο πατριαρχικό σύμπαν ο θύτης επί της ουσίας δεν φταίει ποτέ. Διότι το ενεργούμενο ή θα έχει προκληθεί, μιας και μετέχουμε σε μία συνθήκη κοινωνική όπου a priori ο άνδρας είναι φορέας ορμών, είναι ο κυνηγός και πρέπει να εκτονωθεί, οπότε η υπέρβαση κάποιων ορίων από την μεριά της γυναίκας, ή ενός lgbtqi προσώπου, – π.χ. τρόπος ντυσίματος, στάση του σώματος κ.λ.π,- μπορεί να πυροδοτήσει άλλα αντανακλαστικά, που όμως για τον παραπάνω ακριβώς λόγο είναι δικαιολογημένα ή αν η αντίδραση αυτή ξεπερνάει πάλι κάποια όρια, και πάρει χαρακτήρα ακραίο, το ενεργούμενο βαφτίζεται προσωπικότητα προβληματική, πληροί μια συνθήκη εξαίρεσης, που δεν αποτελεί κανόνα και κομμάτι ενός υγιούς κατά τα άλλα κοινωνικού ιστού. Επιλέγουμε να χρησιμοποιήσουμε  τον όρο «ενεργούμενο», ακριβώς για να περιγράψουμε μια κατάσταση «φυσική», όπου το δρών υποκείμενο μπορεί να είναι και συγχωρείται να είναι μόνο ο «άνδρας».

Το σύνθημα στους τοίχους της πόλης της Ξάνθης τελειώνει με την απειλή «θα σε κάνουμε ροζ». Η πατριαρχική κοσμολογία είναι ακραία μανιχαϊστική. Τα βασικά της δομικά υλικά είναι εύληπτα, εξαπλουστευμένα αντιθετικά δίπολα και διαζεύξεις, μήτρες αποκλεισμών. Λόγος ή Συναίσθημα, Πολιτισμός ή Φύση, Δημόσιο ή Ιδιωτικό, Πολιτικό ή Προσωπικό, Άνδρας ή Γυναίκα, Φυσικό και μη Φυσικό, γαλάζιο ή ροζ. Μια σημειολογία ιεραρχική και βαθύτατα κανονιστική. Που ναι μεν νουθετεί αλλά συγχρόνως είναι και τιμωρητική. Όπως ακριβώς συμβαίνει στην συγκεκριμένη περίπτωση, όπου ο βιαστής απειλείται με μια τιμωρία-ποινή, η οποία όμως ανακαλεί όλο το αρχαϊκό υλικό του Πατριαρχικού ορίζοντα, εμπεδώνοντας τον και θεσμίζοντάς τον εκ νέου. Και αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την βίαιη μετατόπιση του, και έκπτωση του κατά βάση, από τον κόσμο της αρρενωπότητας σε αυτόν της βίαιης εκθήλυνσης. Αυτό προϋποθέτει την ομοφοβική αντίληψη ότι η γκέι ταυτότητα ταυτίζεται/ προεξοφλεί την θηλυπρέπεια. Η τιμωρία του βιαστή είναι να του αφαιρεθεί η αρρενωπότητα και να υποβιβαστεί ο ίδιος σε μια περισσότερο υποτιμημένη ταυτότητα, αυτή του γκέι ατόμου.

Ο κυρίαρχος θα καταστεί κυριαρχούμενος. Ο θύτης, θύμα. Ο βιαστής, θα βρεθεί βιασμένος. Το κανονιστικό εκμαγείο, βέβαια, σε ένα τέτοιο σημειολογικό περιβάλλον και όχι μόνο, η ίδια η πράξη του βιασμού. Η πατριαρχική συνθήκη, διαρρηγνύοντας τον ιστορικό χρονικό ορίζοντα, σε όλο του το εύρος, εν είδει πρωτόζωης αμοιβάδας ( και αυτή είναι και μία απάντηση στο γιατί αποτελεί και μία αυτόνομη συνθήκη, πέρα από τα στενά όρια της καπιταλιστικής σχέσης), αναπαράγει μέσο της «τελετουργίας» του βιασμού, σαν τιμωρητική και κατ’ επέκταση κανονιστική πρόταση και εκδοχή, την ίδια την πράξη του βιασμού, και την κουλτούρα αυτού. Ένας φοίνικας που αναγεννιέται από την τέφρα του.

Γνωρίζουμε πως για πολλές/-ούς, μέσα στους πολλούς επίσης χρόνους, όλα τα παραπάνω, αποτελούν μία υπερβολή, ίσως και μία αστοχία. Όμως το με «πόνο» ασκημένο βλέμμα σχεδόν πάντα -και λέγοντας σχεδόν πάντα επιλέγουμε να δώσουμε χώρο, ορατότητα και διάσταση στην ανθρώπινη συνθήκη, της οποίας η ηρωικότητα δεν είναι πεπρωμένο, ούτε καν κατάκτηση, αλλά υποδηλώνει την τραγική πλευρά των εν γένει, όπως συνηθίσαμε να λέμε «ανθρωπίνων»- αρνείται να συστοιχηθεί. Ας αρχίσει λοιπόν, για άλλη μια φορά, η Ιστορία…

ΥΓ. Επιλέξαμε να μην γίνει αναπαραγωγή  της εικόνας του συνθήματος, που αποτέλεσε αφορμή για τη δημιουργία του κειμένου, αναγνωρίζοντας ότι η εικόνα αυτή μπορεί να αναπαραχθεί αυτόνομα, εκτός του πλαισίου της παρούσας ανάλυσης  και να λειτουργήσει κακοποιητικά.

Ξάνθη, 18/02/2017

ΣYNEΛEYΣH ENANTIA ΣTHN KOYΛTOYPA TOY BIAΣMOY KAI THN EMΦYΛH BIA

Σχολιάστε